Για αιώνες αποτελούσαν μυστήριο. Ήσαν τεράστιοι μονόλιθοι, φυτεμένοι από άγνωστα χέρια γερά στην κυπριακή γη, σε πολλά μέρη του νησιού. Αρκετοί στέκουν
ακόμη, ριζωμένοι, θαρρείς, στο έδαφος, ή κατά το κυπριακότερο,''πέτρες ριζιμιές''. Γιγάντιοι, είτε όρθιοι είτε πεσμένοι σαν νεκρά πετρωμένα θηρία με ορθάνοιχτο το στόμα, ξεριζωμένοι από άγνωστους ευφάνταστους ή απέλπιδες αναζητητές χαμένων και θαμμένων θησαυρών. Με μία συμμετρική μεγάλη τρύπα στο κέντρο ή στο επάνω τους μέρος, φορτώθηκαν από την λαϊκή φαντασία με θρύλους πολλούς και με ιστορίες απίθανες και αποτελούσαν για αιώνες το "Μυστήριο των Τρύπιων Μονόλιθων". Ποίοι τους είχαν φυτέψει στην κυπριακή γη; Ποίοι τους είχαν λαξεύσει, ποίοι τους είχαν τρυπήσει; Και πότε και γιατί; Και ποιους σκοπούς εξυπηρετούσε η λάξευση και η μεταφορά και το στήσιμο τους, που θα πρέπει να ήταν εργασίες κοπιαστικές;
Αρκετοί τέτοιοι πέτρινοι γίγαντες (το ύψος τους κυμαίνεται μεταξύ το ενός και των τριών και πλέον μέτρων) απαντώνται ακόμη σήμερα, να υψώνουν το παράξενο ανάστημα τους σε διάφορα μέρη που είναι συνήθως ακατοίκητα, μόνοι μέσα στην κυπριακή φύση, από το κατεχόμενο Φλαμούδι στην χερσόνησο της Καρπασίας, μέχρι την Φασούλα και την Δορά στη επαρχία Λεμεσού, και μέχρι τα Κούκλια και τις Αρόδες στην επαρχία Πάφου. Και πάντοτε με μία συμμετρική τρύπα να κοιτάζει σαν περίεργο ορθάνοιχτο μάτι ή να κραυγάζει σαν τεράστιο ορθάνοιχτο στόμα.
Ανθρώπινα κατασκευάσματα ασφαλώς, κάποιων περασμένων εποχών. Η εγκατάλειψη τους για πάρα πολλά χρόνια, έκανε τους ανθρώπους να ξεχάσουν εντελώς την χρήση και χρησιμότητα αυτών των ογκολίθων. Στην συνέχεια, εδόθησαν από άλλους ανθρώπους "εξηγήσεις'' και "ερμηνείες'' άλλες, για την ύπαρξη των παράξενων αυτών μνημείων που απαντώνται σε ερημικές τοποθεσίες. Άλλοτε πίστευαν ότι ήσαν ''σημάδια'' που (εάν ερμηνεύονταν σωστά) καταδείκνυαν και υποδείκνυαν τοποθεσίες μεγάλων κρυμμένων θησαυρών. Πόσοι και πόσοι δεν διερωτήθηκαν και δεν προβληματίστηκαν για εκείνους τους μυθικούς ''θησαυρούς'' και πόσοι και πόσοι δεν προσπάθησαν να τους ανακαλύψουν. Πολλοί προσπάθησαν να επισημάνουν συγκεκριμένα σημεία στα οποία, κάποιες συγκεκριμένες στιγμές, έπεφταν οι ακτίνες του ήλιου περνώντας μέσα από τις τρύπες των μονόλιθων αυτών. Άλλοτε πάλι πίστευαν ότι υπήρχε κάτι το ''μαγικό'' σ' αυτούς, σχετιζόμενο ποιος ξέρει με ποιες παγανιστικές λατρείες και με ποιες μυστηριακές η μυστηριώδεις υπό το σεληνόφως τελετές.
Υπήρξαν και περιπτώσεις όπου θεωρήθηκε ότι κάποιοι μονόλιθοι αποτελούσαν όργανα ''δοκιμασίας'', και ότι ο άνθρωπος εκείνος που θα κατόρθωνε να περάσει το σώμα του μέσα από την τρύπα της όρθιας πέτρας, θα κέρδιζε το ένα ή το άλλο. Εξ άλλου, διάφοροι τέτοιοι μονόλιθοι απαντώνται να σχετίζονται σε τοπικές παραδόσεις με τον περιβόητο ήρωα Διγενή ή και με την περίφημη και μυστηριώδη Ρήγαινα της Κύπρου. Πολύ συχνά η λαϊκή φαντασία έπλαθε μύθους και διηγήσεις περί αυτών. Έως και την σύγχρονη εποχή, οπότε το ''μυστηριώδες'' δεν εξάπτει πλέον την λαϊκή φαντασία και δεν δημιουργεί πλέον ερωτηματικά. Έτσι,πολλοί μονόλιθοι, που παρέμειναν απελπιστικά μόνοι στην ερημιά τους, ξεχάστηκαν.
Οι περισσότεροι από αυτούς απαντώνται σήμερα στο νοτιοδυτικό τμήμα της επαρχίας Λεμεσού και συγκεκριμένα στην περιοχή που περικλείεται μεταξύ των χωριών
Δορά, Ανώγυρα, Πλατανίσκια, Πραστειό, Κιβίδες και Πάχνα. Υπάρχουν όμως αρκετοί και στην επαρχία Πάφου, σε περιοχές των χωριών Κούκλια, Αρχιμανδρίτα, Σαλαμιού, Πάνω Αρόδες και άλλων. Στην επαρχία Λεμεσού απαντώνται και σε περιοχές των χωριών Σωτήρα, Καντού, Σπιτάλλι και Φασούλα.
Το "Μυστήριο των Τρύπιων Μονόλιθων" απασχόλησε ερευνητές αλλά και αρχαιοκάπηλους από τον προηγούμενο αιώνα,οπότε άρχισαν και οι προσπάθειες ερμηνείας και επίλυσης του. Πρώτος ο περιβόητος αρχαιοκάπηλος Λουϊτζι Πάλμα ντι Τσεσνόλα, ο άνθρωπος που κατά την δεκαετία 1866-1877 ρήμαξε κυριολεκτικά τους αρχαιολογικούς χώρους της Κύπρου, ασχολήθηκε με το ζήτημα των όρθιων τρύπιων μονολίθων και έκανε σχετικές έρευνες περί αυτών αλλά και ''ανασκαφές''. Και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι σχετίζονταν με την λατρεία της θεάς Αφροδίτης, ως τμήματα μάλιστα ναών της. Ο Χόγκαρθ αργότερα (1889), κάνει σχετική εκτενή αναφορά. Σημειώνει ότι οι Κύπριοι θεωρούσαν ιερούς τους διάφορους μονόλιθους αλλά προχωρεί να δώσει και μία πιο πρακτική άποψη, ότι επρόκειτο για αντικείμενα που σχετίζονταν με ελαιοπιεστήρια και παραγωγή λαδιού. Συμφώνησε, δηλαδή με την άποψη που πρώτος εξέφρασε ο Guillemard ενωρίτερα. Ακολούθησε ο Max Ohnefalsch- Richter (1891) που διαφώνησε με την άποψη ότι επρόκειτο για όργανα ελαιοπιεστηρίων και επέμεινε ότι ήσαν αντικείμενα που σχετίζονταν με αρχαίες λατρείες και ιεροτελεστίες. Ακολούθησαν και άλλοι, που υπέβαλαν ερωτήματα και διατύπωσαν θεωρίες. Ο Ελλαδίτης ΑΘανάσιος Σακελλάριος ( "Τα κυπριακά", τόμος Α, 1890, σσ 78-79) περιγράφει τους μονόλιθους στην περιοχή των Κουκλιών της επαρχίας Πάφου και προσθέτει ότι άλλοι τέτοιοι μονόλιθοι βρέθηκαν 5 στο χωριό Ανώγυρα, και 6 γύρω από τη κοιλάδα της Ανώγυρας, 4 στο χωριό Άγιος Στέφανος κοντά στην Πάχνα, στο χωριό Πάχνα το ίδιο, στη τοποθεσία Δεσποτικό 1, στο χωριό Δωρά 1, πίσω από το χωριό Πυσσούρι 1, κοντά στην Περγαμηνιώτισσα 1, κοντά στον Άγιο Φώτιο πάνω στο λόφο της Παναγίας 4, κοντά στο Κολόσι 1, στον Άγιο Επίκτητο της Κηρυνείας 1, και πολλούς άλλους σε διάφορα μέρη του νησιού.
Ο Σακελλάριος διασώζει και την παράδοση, ότι "οι γυναίκες από τα χωριά της Κύπρου, που δεν μπορούσαν να τεκνοποιήσουν, πήγαιναν σε αυτούς τους μονόλιθους για θεραπεία της στείρωσης τους''. Εθεωρούντο λοιπόν κάποιοι μονόλιθοι ως θεραπευτικοί από της Κύπριες γυναίκες που δεν μπορούσαν να τεκνοποιήσουν.
Άλλοι πάλι μονόλιθοι, όπως επίσης διασώζει ο Σακελλάριος, εθεωρείτο ότι είχαν άλλες θεραπευτικές ιδιότητες: ''Βρίσκονται στο νησί και άλλοι τρύπιοι μονόλιθοι...τους θεωρούν (οι Κύπριοι) αυτούς ως αποτρεπτικούς για πυρετούς και άλλες ασθένειες και κρεμάζουν ρούχα του ασθενή πάνω στις πέτρες πιστεύοντας ότι με αυτό το τρόπο αφήνουν την ασθένεια πίσω τους. Πιστεύουν επίσης ότι τα παιδιά γίνονται καλά όταν περάσουν από την τρύπα αυτών των μονόλιθων''.
Σήμερα η σύγχρονη αρχαιολογική έρευνα πιστεύει ότι οι μονόλιθοι αυτοί που φορτώθηκαν ανά τους αιώνες με θρύλους, μύθους και πλήθος από ιδιότητες, ήσαν εξαρτήματα παραγωγής λαδιού. Αλλά πράγματι να ήταν έτσι; Οι Κύπριοι για αιώνες λάτρευαν και τιμούσαν πολλούς από αυτούς τους μονόλιθους μέχρι και τη δεκαετία του 1970. Η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία της Κύπρου πάντα διακήρυττε ότι αυτή η συνήθεια ήταν ειδωλολατρική και ότι θα έπρεπε να σταματήσει λόγω του ότι δεν ήταν Χριστιανική. Όμως δεν ήταν οι ιερείς που κατάφεραν να σταματήσουν αυτή τη συνήθεια, αλλά η σύγχρονη αρχαιολογία. Αφού είπαν στους Κύπριους ότι αυτοί οι μονόλιθοι δεν ήταν ιεροί χώροι, αλλά ήταν στη πραγματικότητα ελαιοπιεστήρια, σταμάτησαν να τα επισκέπτεται. Η Εκκλησία της Κύπρου ήταν πολύ ευτυχής με αυτή την εξέλιξη. Θα μπορούσε αυτό να είναι απλώς μία σύμπτωση;
ακόμη, ριζωμένοι, θαρρείς, στο έδαφος, ή κατά το κυπριακότερο,''πέτρες ριζιμιές''. Γιγάντιοι, είτε όρθιοι είτε πεσμένοι σαν νεκρά πετρωμένα θηρία με ορθάνοιχτο το στόμα, ξεριζωμένοι από άγνωστους ευφάνταστους ή απέλπιδες αναζητητές χαμένων και θαμμένων θησαυρών. Με μία συμμετρική μεγάλη τρύπα στο κέντρο ή στο επάνω τους μέρος, φορτώθηκαν από την λαϊκή φαντασία με θρύλους πολλούς και με ιστορίες απίθανες και αποτελούσαν για αιώνες το "Μυστήριο των Τρύπιων Μονόλιθων". Ποίοι τους είχαν φυτέψει στην κυπριακή γη; Ποίοι τους είχαν λαξεύσει, ποίοι τους είχαν τρυπήσει; Και πότε και γιατί; Και ποιους σκοπούς εξυπηρετούσε η λάξευση και η μεταφορά και το στήσιμο τους, που θα πρέπει να ήταν εργασίες κοπιαστικές;
Αρκετοί τέτοιοι πέτρινοι γίγαντες (το ύψος τους κυμαίνεται μεταξύ το ενός και των τριών και πλέον μέτρων) απαντώνται ακόμη σήμερα, να υψώνουν το παράξενο ανάστημα τους σε διάφορα μέρη που είναι συνήθως ακατοίκητα, μόνοι μέσα στην κυπριακή φύση, από το κατεχόμενο Φλαμούδι στην χερσόνησο της Καρπασίας, μέχρι την Φασούλα και την Δορά στη επαρχία Λεμεσού, και μέχρι τα Κούκλια και τις Αρόδες στην επαρχία Πάφου. Και πάντοτε με μία συμμετρική τρύπα να κοιτάζει σαν περίεργο ορθάνοιχτο μάτι ή να κραυγάζει σαν τεράστιο ορθάνοιχτο στόμα.
Ανθρώπινα κατασκευάσματα ασφαλώς, κάποιων περασμένων εποχών. Η εγκατάλειψη τους για πάρα πολλά χρόνια, έκανε τους ανθρώπους να ξεχάσουν εντελώς την χρήση και χρησιμότητα αυτών των ογκολίθων. Στην συνέχεια, εδόθησαν από άλλους ανθρώπους "εξηγήσεις'' και "ερμηνείες'' άλλες, για την ύπαρξη των παράξενων αυτών μνημείων που απαντώνται σε ερημικές τοποθεσίες. Άλλοτε πίστευαν ότι ήσαν ''σημάδια'' που (εάν ερμηνεύονταν σωστά) καταδείκνυαν και υποδείκνυαν τοποθεσίες μεγάλων κρυμμένων θησαυρών. Πόσοι και πόσοι δεν διερωτήθηκαν και δεν προβληματίστηκαν για εκείνους τους μυθικούς ''θησαυρούς'' και πόσοι και πόσοι δεν προσπάθησαν να τους ανακαλύψουν. Πολλοί προσπάθησαν να επισημάνουν συγκεκριμένα σημεία στα οποία, κάποιες συγκεκριμένες στιγμές, έπεφταν οι ακτίνες του ήλιου περνώντας μέσα από τις τρύπες των μονόλιθων αυτών. Άλλοτε πάλι πίστευαν ότι υπήρχε κάτι το ''μαγικό'' σ' αυτούς, σχετιζόμενο ποιος ξέρει με ποιες παγανιστικές λατρείες και με ποιες μυστηριακές η μυστηριώδεις υπό το σεληνόφως τελετές.
Υπήρξαν και περιπτώσεις όπου θεωρήθηκε ότι κάποιοι μονόλιθοι αποτελούσαν όργανα ''δοκιμασίας'', και ότι ο άνθρωπος εκείνος που θα κατόρθωνε να περάσει το σώμα του μέσα από την τρύπα της όρθιας πέτρας, θα κέρδιζε το ένα ή το άλλο. Εξ άλλου, διάφοροι τέτοιοι μονόλιθοι απαντώνται να σχετίζονται σε τοπικές παραδόσεις με τον περιβόητο ήρωα Διγενή ή και με την περίφημη και μυστηριώδη Ρήγαινα της Κύπρου. Πολύ συχνά η λαϊκή φαντασία έπλαθε μύθους και διηγήσεις περί αυτών. Έως και την σύγχρονη εποχή, οπότε το ''μυστηριώδες'' δεν εξάπτει πλέον την λαϊκή φαντασία και δεν δημιουργεί πλέον ερωτηματικά. Έτσι,πολλοί μονόλιθοι, που παρέμειναν απελπιστικά μόνοι στην ερημιά τους, ξεχάστηκαν.
Οι περισσότεροι από αυτούς απαντώνται σήμερα στο νοτιοδυτικό τμήμα της επαρχίας Λεμεσού και συγκεκριμένα στην περιοχή που περικλείεται μεταξύ των χωριών
Δορά, Ανώγυρα, Πλατανίσκια, Πραστειό, Κιβίδες και Πάχνα. Υπάρχουν όμως αρκετοί και στην επαρχία Πάφου, σε περιοχές των χωριών Κούκλια, Αρχιμανδρίτα, Σαλαμιού, Πάνω Αρόδες και άλλων. Στην επαρχία Λεμεσού απαντώνται και σε περιοχές των χωριών Σωτήρα, Καντού, Σπιτάλλι και Φασούλα.
Το "Μυστήριο των Τρύπιων Μονόλιθων" απασχόλησε ερευνητές αλλά και αρχαιοκάπηλους από τον προηγούμενο αιώνα,οπότε άρχισαν και οι προσπάθειες ερμηνείας και επίλυσης του. Πρώτος ο περιβόητος αρχαιοκάπηλος Λουϊτζι Πάλμα ντι Τσεσνόλα, ο άνθρωπος που κατά την δεκαετία 1866-1877 ρήμαξε κυριολεκτικά τους αρχαιολογικούς χώρους της Κύπρου, ασχολήθηκε με το ζήτημα των όρθιων τρύπιων μονολίθων και έκανε σχετικές έρευνες περί αυτών αλλά και ''ανασκαφές''. Και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι σχετίζονταν με την λατρεία της θεάς Αφροδίτης, ως τμήματα μάλιστα ναών της. Ο Χόγκαρθ αργότερα (1889), κάνει σχετική εκτενή αναφορά. Σημειώνει ότι οι Κύπριοι θεωρούσαν ιερούς τους διάφορους μονόλιθους αλλά προχωρεί να δώσει και μία πιο πρακτική άποψη, ότι επρόκειτο για αντικείμενα που σχετίζονταν με ελαιοπιεστήρια και παραγωγή λαδιού. Συμφώνησε, δηλαδή με την άποψη που πρώτος εξέφρασε ο Guillemard ενωρίτερα. Ακολούθησε ο Max Ohnefalsch- Richter (1891) που διαφώνησε με την άποψη ότι επρόκειτο για όργανα ελαιοπιεστηρίων και επέμεινε ότι ήσαν αντικείμενα που σχετίζονταν με αρχαίες λατρείες και ιεροτελεστίες. Ακολούθησαν και άλλοι, που υπέβαλαν ερωτήματα και διατύπωσαν θεωρίες. Ο Ελλαδίτης ΑΘανάσιος Σακελλάριος ( "Τα κυπριακά", τόμος Α, 1890, σσ 78-79) περιγράφει τους μονόλιθους στην περιοχή των Κουκλιών της επαρχίας Πάφου και προσθέτει ότι άλλοι τέτοιοι μονόλιθοι βρέθηκαν 5 στο χωριό Ανώγυρα, και 6 γύρω από τη κοιλάδα της Ανώγυρας, 4 στο χωριό Άγιος Στέφανος κοντά στην Πάχνα, στο χωριό Πάχνα το ίδιο, στη τοποθεσία Δεσποτικό 1, στο χωριό Δωρά 1, πίσω από το χωριό Πυσσούρι 1, κοντά στην Περγαμηνιώτισσα 1, κοντά στον Άγιο Φώτιο πάνω στο λόφο της Παναγίας 4, κοντά στο Κολόσι 1, στον Άγιο Επίκτητο της Κηρυνείας 1, και πολλούς άλλους σε διάφορα μέρη του νησιού.
Ο Σακελλάριος διασώζει και την παράδοση, ότι "οι γυναίκες από τα χωριά της Κύπρου, που δεν μπορούσαν να τεκνοποιήσουν, πήγαιναν σε αυτούς τους μονόλιθους για θεραπεία της στείρωσης τους''. Εθεωρούντο λοιπόν κάποιοι μονόλιθοι ως θεραπευτικοί από της Κύπριες γυναίκες που δεν μπορούσαν να τεκνοποιήσουν.
Άλλοι πάλι μονόλιθοι, όπως επίσης διασώζει ο Σακελλάριος, εθεωρείτο ότι είχαν άλλες θεραπευτικές ιδιότητες: ''Βρίσκονται στο νησί και άλλοι τρύπιοι μονόλιθοι...τους θεωρούν (οι Κύπριοι) αυτούς ως αποτρεπτικούς για πυρετούς και άλλες ασθένειες και κρεμάζουν ρούχα του ασθενή πάνω στις πέτρες πιστεύοντας ότι με αυτό το τρόπο αφήνουν την ασθένεια πίσω τους. Πιστεύουν επίσης ότι τα παιδιά γίνονται καλά όταν περάσουν από την τρύπα αυτών των μονόλιθων''.
Σήμερα η σύγχρονη αρχαιολογική έρευνα πιστεύει ότι οι μονόλιθοι αυτοί που φορτώθηκαν ανά τους αιώνες με θρύλους, μύθους και πλήθος από ιδιότητες, ήσαν εξαρτήματα παραγωγής λαδιού. Αλλά πράγματι να ήταν έτσι; Οι Κύπριοι για αιώνες λάτρευαν και τιμούσαν πολλούς από αυτούς τους μονόλιθους μέχρι και τη δεκαετία του 1970. Η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία της Κύπρου πάντα διακήρυττε ότι αυτή η συνήθεια ήταν ειδωλολατρική και ότι θα έπρεπε να σταματήσει λόγω του ότι δεν ήταν Χριστιανική. Όμως δεν ήταν οι ιερείς που κατάφεραν να σταματήσουν αυτή τη συνήθεια, αλλά η σύγχρονη αρχαιολογία. Αφού είπαν στους Κύπριους ότι αυτοί οι μονόλιθοι δεν ήταν ιεροί χώροι, αλλά ήταν στη πραγματικότητα ελαιοπιεστήρια, σταμάτησαν να τα επισκέπτεται. Η Εκκλησία της Κύπρου ήταν πολύ ευτυχής με αυτή την εξέλιξη. Θα μπορούσε αυτό να είναι απλώς μία σύμπτωση;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου